Στην δεύτερη θέση επανέρχεται ο ΣΥΡΙΖΑ, ωστόσο η διαφορά με τη Νέα Δημοκρατία σε σύγκριση με τις εκλογές της 26ης Μαΐου 2019, φαίνεται να μεγαλώνει, στη νέα δημοσκόπηση της Interview.
Η δημοσκόπηση της Interview που διενεργήθηκε για λογαριασμό της POLITIC δείχνει παράλληλα τον νεόκοπο κόμμα της Νέας Αριστεράς που συγκροτήθηκε από τους βουλευτές που αποχώρησαν από το ΣΥΡΙΖΑ να μένει εκτός βουλής.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα πρόσφατα ευρήματα της δημοσκόπησης, η Νέα Δημοκρατία(29,2%) καταγράφει προβάδισμα 15,4 ποσοστιαίων μονάδων έναντι του ΣΥΡΙΖΑ (13,8%).
Υπενθυμίζεται ότι στις ευρωεκλογές του 2019, χρονιά στην οποία η ΝΔ ήταν αξιωματική αντιπολίτευση, η διαφορά μεταξύ ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ ήταν στις 10 μονάδες.
Σε αντίθεση με τον ΣΥΡΙΖΑ που πέφτει 10 μονάδες σε σχέση με τις ευρωεκλογές του 2019 (από το 23,7% στο 13,8%), τόσο το ΠΑΣΟΚ όσο και το ΚΚΕ ενισχύουν τα ποσοστά τους.
Το ΠΑΣΟΚ από το 7,7% ανεβαίνει στο 12,4% και το ΚΚΕ από το 5,3% φτάνει στο 6,8%.
Η νέα κοινοβουλευτική ομάδα «Νέα Αριστερά» είναι στο 2,5%, και η Πλεύση Ελευθερίας στο 2,6%. Εκτός από την Ελληνική Λύση που βλέπει σημαντική αύξηση του ποσοστού της (από το 4,1% στο 6,5%), τα υπόλοιπα κόμματα που βρίσκονται δεξιότερα της ΝΔ, Νίκη και Σπαρτιάτες είναι στο 3,3% και 2% αντίστοιχα.
Από τα παραπάνω συμπεραίνουμε ότι η χαλαρή ψήφος διαμαρτυρίας που συνήθως προσανατολιζόταν προς τα (άκρο) δεξιά, δεν εντοπίζεται προς το παρόν στις εκλογές του Ιουνίου.
Ισχυρό προβάδισμα για τη ΝΔ -«Επιστρέφει» στα διψήφια ο ΣΥΡΙΖΑ
Σχεδόν έξι μήνες μετά τις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου, το κυβερνών κόμμα συνεχίζει να διατηρεί το δημοσκοπικό προβάδισμά του, παρόλο που καταγράφονται οι πρώτες απώλειες.
Στην πρόθεση ψήφου η διαφορά ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ εντοπίζεται στις 18,2 μονάδες.
Η Νέα Δημοκρατία βρίσκεται στο 31,2%, και ο ΣΥΡΙΖΑ ακολουθεί με 13% (Στις εθνικές εκλογές του Ιουνίου η ΝΔ κατέγραψε ποσοστό 40,5 και ο ΣΥΡΙΖΑ 17,8%).
Ο ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να επιστρέφει στη δεύτερη θέση μετά από διαρκή δημοσκοπική κάμψη που τον έριχνε στην τρίτη θέση, απειλώντας τον τίτλο του, αυτόν της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Το ΠΑΣΟΚ καταγράφει μια διαφορά με τον ΣΥΡΙΖΑ η οποία κινείται μέσα στα όρια του στατιστικού λάθους. Αν και δεν καταφέρνει να προσελκύσει το σύνολο των διαρροών από την Κουμουνδούρου, το ΠΑΣΟΚ εμφανίζεται ενισχυμένο σε σύγκριση με τις εκλογές του Ιουνίου (11,8%), συγκεντρώνοντας 12,5%.
Το ΚΚΕ είναι στο 6,7%, η Ελληνική Λύση ανεβαίνει στο 6,5% (από το 4,4%), η Πλεύση Ελευθερίας καταγράφει 3,1%, οι Σπαρτιάτες 2% και η Νίκη 4%.Η επίσημη “πρώτη” της νέας κοινοβουλευτικής ομάδας «Νέα Αριστερά», της δίνει ποσοστό 2%, με την εκτίμηση να κυμαίνεται ανάμεσα στο 2% και στο 3%.
Χωρίς αντιπολίτευση η χώρα – «Αρνητικά» κρίνουν 6 στους 10 το κυβερνητικό έργο
Αν και η δημοσκόπηση έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του Τούρκου Προέδρου, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, στη χώρα μας, η οποία αξιολογήθηκε με θετικό πρόσημο, το κυβερνών κόμμα φαίνεται ότι δε μπορεί να απορροφήσει μια σειρά από προβλήματα και κυρίως τους κραδασμούς από το φορολογικό των ελεύθερων επαγγελματιών.Το 61% κρίνει «αρνητικά» το μέχρι τώρα έργο της κυβέρνησης σε αντίθεση με το 35% που απάντησε «θετικά».
Στον αντίποδα, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και η καρτέλα που δείχνει πως κανένα από τα κόμματα της αντιπολίτευσης δεν καταφέρνει να πείσει πως αποτελεί εναλλακτική πρόταση εξουσίας. Ένας στους δύο απαντά πως κανένα από τα κόμματα δεν ασκεί αποτελεσματική αντιπολίτευση. Μάλιστα αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι το ΠΑΣΟΚ, αν και τρίτο κόμμα στην πρόθεση ψήφου, φαίνεται να είναι πιο ικανό σε σχέση με τον ΣΥΡΙΖΑ στην άσκηση αποτελεσματικής αντιπολίτευσης. Τα ποσοστά των ΣΥΡΙΖΑ, Ελληνική Λύση και ΚΚΕ είναι πολύ κοντά.
Πρώτος σε δημοτικότητα ο Κυριάκος Μητσοτάκης
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης συνεχίζει να είναι πρώτος στην καταλληλότητα για πρωθυπουργός, διατηρώντας τα ποσοστά του, άνω του 40% όπως και σε προηγούμενες μετρήσεις, την ώρα που τον Στέφανο Κασσελάκη εμπιστεύεται το 15% και τον Νίκο Ανδρουλάκη το 11%.
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι είναι η πρώτη φορά που συμπεριλαμβάνεται ο Στέφανος Κασσελάκης στη συγκεκριμένη μέτρηση. Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, κινείται σε πιο «ρηχά νερά» από τον προκάτοχό του Αλέξη Τσίπρα, του οποίου τα ποσοστά στις τρεις τελευταίες μετρήσεις κυμαίνονταν από 24% έως 31%.
Παρά την πολιτική σταθερότητα στη χώρα, έντονο είναι το κύμα δυσπιστίας που καταγράφεται, αφού το 32% απάντησε πως δεν εμπιστεύεται κανέναν από τους τρεις, ενώ στις προηγούμενες τρεις δημοσκοπήσεις δεν ξεπέρασε το 26%.
Όσον αφορά τη δημοφιλία, παρόλο που οι περισσότεροι ερωτηθέντες απάντησαν πως έχουν αρνητική άποψη για τον Κυριάκο Μητσοτάκη (σ.σ. 55,3%), ο πρωθυπουργός εξακολουθεί να υπερτερεί έναντι των πολιτικών του αντιπάλων.
Το 41,5% έχει θετική/μάλλον θετική άποψη για τον πρωθυπουργό, ενώ μοναδική «απειλή» για εκείνον αποτελεί ο Γ.Γ. του ΚΚΕ Δημήτρης Κουτσούμπας με 35,5%. Από εκεί και πέρα, Κασσελάκης και Ανδρουλάκης κινούνται περίπου στα ίδια ποσοστά, (σ.σ. 20% και 22,6% αντίστοιχα).
Σημαντική άνοδο σημειώνει ο πρόεδρος της Ελληνικής Λύσης Κυριάκος Βελόπουλος ο οποίος έχει αυξήσει το ποσοστό δημοφιλίας του κατά 7,4% συγκριτικά με την τελευταία μέτρηση, καταγράφοντας 18,3% από 10,9%.
Αναλυτικά τα ποσοστά δημοφιλίας:
Μητσοτάκης: 41,5% (από 49,7%)
Κουτσούμπας: 35,5% (από 28,7%)
Ανδρουλάκης: 22,6% (από 18,3%)
Κωνσταντοπούλου: 21,1%
Κασσελάκης: 20%
Βελόπουλος: 18,3% (από 10,9%)
Νατσιός: 9,8%
Στίγκας: 3,8%
Απαισιόδοξοι 7 στους 10 Έλληνες – Μεγαλύτερο πρόβλημα η ακρίβεια
Σε αντιδιαστολή με τη δήλωση του πρωθυπουργού για «βελτιωμένη και ανθεκτική οικονομία» οι πολίτες την κατατάσσουν στη δεύτερη θέση των προβλημάτων της χώρας με ποσοστό 16%. Στην πρώτη θέση με σχεδόν διπλάσιο ποσοστό 30,7% είναι η ακρίβεια, ενώ το σύστημα υγείας είναι τρίτο με 14,8%.
Οδεύοντας προς την «καρδιά» του χειμώνα, οι οικονομικές υποχρεώσεις δημιουργούν στους πολίτες ένα μεγάλο αίσθημα απαισιοδοξίας για τη χρονιά που έρχεται όσον αφορά τους ίδιους. Το 70% δηλώνει πως είναι λίγο ή καθόλου αισιόδοξο, ενώ μόλις το 25% φαίνεται πολύ ή αρκετά αισιόδοξο. Το 5% απάντησε ΔΓ/ΔΑ.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινούνται και τα ποσοστά για την πορεία της χώρας το 2024, αφού 7 στους 10 (σ.σ. 72%) θεωρούν πως δε θα υπάρξει κάποια σημαντική βελτίωση στην εικόνα της Ελλάδας. Αντίθετα, το 26% δηλώνει πως βλέπει «φως στον ορίζοντα», ενώ το 2% δεν έδωσε ξεκάθαρη απάντηση.