«Τα στοιχεία μιλάνε για μια καλή τουριστική χρονιά σε αφίξεις και έσοδα… Είναι μια χρονιά που επιστρέφει στην προ – πανδημίας εποχή», τονίζει σε συνέντευξή της στη «Ναυτεμπορική» και στον Μιχάλη Ψύλο, η υπουργός Τουρισμού, Όλγα Κεφαλογιάννη. Προσθέτει ότι «είναι πρόωρο αυτή τη στιγμή να γίνει μια συνολική αποτίμηση, αλλά «εμείς, στο Υπουργείο, δεν είμαστε μόνο για να πανηγυρίζουμε για τις καλές χρονιές, πάνω από όλα είμαστε για να εξασφαλίζουμε τις επόμενες επιτυχίες του ελληνικού τουρισμού, να λύνουμε τα προβλήματα, να σχεδιάζουμε το μέλλον του. Οι εποχές που οι στόχοι ήταν τα «ρεκόρ και οι αφίξεις» -η κουλτούρα δηλαδή ενός μαζικού τουρισμού χωρίς μέτρο και όρια, σταδιακά αλλάζει».
Ερωτηθείσα για το γεγονός ότι σχεδόν ο ένας στους δύο Έλληνες δεν μπόρεσε εφέτος να κάνει ούτε μία εβδομάδα διακοπές, η υπουργός Τουρισμού παραδέχεται ότι «υπάρχουν πολλοί συμπολίτες μας που δεν μπορούν να πάνε διακοπές. Γι’ αυτό και το υπουργείο έχει ειδικά προγράμματα, όπως είναι το «τουρισμός για όλους», με ισχυρά κοινωνικά χαρακτηριστικά και ενισχυμένα κριτήρια, για να στηριχθούν όσες και όσοι έχουν ανάγκη. Ο τουρισμός έχει με ισχυρή κοινωνική διάσταση, άμεση και έμμεση και αυτήν πρέπει να την αναδεικνύουμε διαρκώς»
Η κυρία Κεφαλογιάννη τονίζει μάλιστα την ανάγκη «να κάνουμε τον ελληνικό τουρισμό πιο ανθρώπινο, πιο σύγχρονο και ανταγωνιστικό, πιο ανταποδοτικό…Με ένα ολοκληρωμένο πλέγμα δηλαδή πολιτικών πρωτοβουλιών που στόχο θα έχουν τη βιωσιμότητα και την αειφορία…Η διάχυση των επισκεπτών στις 13 περιφέρειες της χώρας με περαιτέρω χρονική επέκταση της τουριστικής περιόδου είναι ένα απτό παράδειγμα βιώσιμης ανάπτυξης… Αυτός είναι ο δρόμος επιτυχίας για τον ελληνικό τουρισμό».
Αναφορικά με το θέμα της ακρίβειας, η υπουργός Τουρισμού στέλνει ένα σαφές μήνυμα προς τους επαγγελματίες που δραστηριοποιούνται στον τομέα του τουρισμού: «Η Ευρώπη αντιμετωπίζει ένα μεγάλο ζήτημα αύξησης τιμών και πληθωρισμού. Θα προέτρεπα όμως τους επαγγελματίες να μην εκμεταλλευτούν αυτήν τη κατάσταση για να αυξήσουν περαιτέρω τις τιμές τους ή – ακόμα χειρότερα – κάποιοι να βρουν την ευκαιρία για αισχροκέρδεια. Τα κέρδη τους θα είναι πρόσκαιρα και η ζημιά στη φήμη μας ιδιαίτερα μεγάλη».
Ερωτηθείσα τέλος, πώς θα επηρεάσει και την τουριστική βιομηχανία μας, το θετικό κλίμα που παρατηρείται τελευταία στις ελληνο-τουρκικές σχέσεις, η Ολγα Κεφαλογιάννη τονίζει πώς «κάθε αλλαγή στάσης της Τουρκίας, κάθε μετατόπιση της προς τη λογική και τη σταθερότητα είναι καλοδεχούμενη, αρκεί να είναι ειλικρινής. Στην πράξη και όχι όμως στα λόγια θα κριθούν όλα. Η Τουρκία θα πρέπει να αποδεικνύει διαρκώς ότι μπορεί να σταθεί ως ένας καλοπροαίρετος γείτονας»
Ολόκληρη η συνέντευξη της υπουργού Τουρισμού, Ολγας Κεφαλογιάννη στην «Ναυτεμπορική»:
Κυρία Κεφαλογιάννη, είμαστε προς το τέλος του καλοκαιριού και θα ήθελα τις εκτιμήσεις σας για την τουριστική κίνηση. Σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας , το πρώτο εξάμηνο ήταν αυξημένη κατά 26%, τους ταξιδιώτες να ξεπερνούν τα 10 εκατομμύρια και το ταξιδιωτικό πλεόνασμα να ενισχύεται κατά 5 δις. ευρώ. Πώς πήγε όμως ο Ιούλιος και ο Αύγουστος, μέχρι τώρα;
Όπως ξέρετε, αποφεύγω συστηματικά να κάνω την οποιαδήποτε πρόβλεψη, πόσο μάλλον τώρα, που βρισκόμαστε στα τέλη Αυγούστου, με τη σεζόν να συνεχίζεται. Αυτό που μπορώ να σας πω είναι ότι όλα τα στοιχεία μιλάνε για μια καλή χρονιά σε αφίξεις και έσοδα, με τις τοπικές κοινωνίες να έχουν θέσεις εργασίας, εισόδημα και προοπτική. Είναι μια χρονιά που επιστρέφει στην προ – πανδημίας εποχή. Εμείς, όμως στο Υπουργείο, δεν είμαστε μόνο για να πανηγυρίζουμε για τις καλές χρονιές, πάνω από όλα είμαστε για να εξασφαλίζουμε τις επόμενες επιτυχίες του ελληνικού τουρισμού, να λύνουμε τα προβλήματα, να σχεδιάζουμε το μέλλον του.
Η Ρόδος επέστρεψε στην κανονικότητα
Η χώρα αντιμετώπισε -και αντιμετωπίζει ακόμη- αυτό το καλοκαίρι μια μεγάλη καταστροφή από τις πυρκαγιές. Πόσο επηρέασε και κυρίως πόσο μπορεί να επηρεάσει τις επόμενες τουριστικές σεζόν η συνεχιζόμενη καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος στη χώρα;
Ήταν και εξακολουθεί να είναι μια εξαιρετικά δύσκολη περίοδος, γι’ αυτό θα σας έλεγα ότι είναι πρόωρο αυτή τη στιγμή να γίνει μια συνολική αποτίμηση. Η κλιματική κρίση μας προβληματίζει ιδιαίτερα, όλη η Μεσόγειος επηρεάζεται, είναι μέρος πλέον του σχεδιασμού μας, αποτελεί ένα μεγάλο κομμάτι της στρατηγικής για τον βιώσιμο τουρισμό. Αυτό που μπορώ να σας πω είναι ότι για την περίπτωση της Ρόδου, τις βραχυπρόθεσμες συνέπειες με τις άμεσες ενέργειες μας τις απορροφήσαμε. Το νησί πλέον έχει επιστρέψει στην κανονικότητα του. Το ίδιο κάνουμε και για την μακροπρόθεσμη διαχείριση. Σχεδιάσαμε και ήδη εφαρμόζουμε στοχευμένες ενέργειες και προβολή, συνεργασίες, αναβαθμισμένες συμμετοχές σε εκθέσεις, ότι πρέπει να γίνει για να απορροφήσουμε τις συνέπειες αυτής της κατάστασης. Πάντα – και αυτό πρέπει να το πω – με την εξαιρετική συνεργασία των τοπικών φορέων της περιοχής, της περιφέρειας νοτίου Αιγαίου, του Δήμου, που δείχνουν για μια ακόμα φορά τη σοβαρότητα και τον επαγγελματισμό τους.
Βιωσιμότητα και αειφορία
Μιλώντας από το βήμα της Βουλής, στο πλαίσιο των προγραμματικών δηλώσεων της κυβέρνησης, είπατε ότι «στον τουρισμό θα προχωρήσουμε σε τολμηρή μεταρρυθμιστική πολιτική που θα ανταποκρίνεται στις νέες, επιτακτικές ανάγκες». Σε τι συνίσταται η τολμηρή μεταρρυθμιστική πολιτική;
Η πολιτική επιδίωξη του Υπουργείου Τουρισμού και της κυβέρνησης είναι να κάνουμε τον ελληνικό τουρισμό πιο ανθρώπινο, πιο σύγχρονο και ανταγωνιστικό, πιο ανταποδοτικό. Για να το πετύχουμε τους παραπάνω στόχους χρειαζόμαστε μια σειρά μεταρρυθμιστικών πολιτικών που περιλαμβάνουν ενιαία εθνική στρατηγική του ελληνικού τουρισμού μαζί με τον ιδιωτικό τομέα, ανάπτυξη σύγχρονων υποδομών, καταρτισμένο ανθρώπινο δυναμικό, μετάβαση στον ψηφιακό μετασχηματισμό, πολιτικές που αμβλύνουν την έντονη εποχικότητα και διαχέουν το εισόδημα. Ένα ολοκληρωμένο πλέγμα δηλαδή πολιτικών πρωτοβουλιών που στόχο θα έχουν τη βιωσιμότητα και την αειφορία.
Πολλά θα κριθούν από την αποφασιστικότητα που θα δείξουμε για να αλλάξουμε τα πράγματα. Ο ελληνικός τουρισμός πρέπει να περάσει στο επόμενο επίπεδο ανάπτυξης. Θέλουμε έναν ισχυρό, ανταγωνιστικό, βιώσιμο τουρισμό, πάντα σε συνδυασμό του μέτρου ,που δεν πρέπει να χαθεί και τις αναγκαίες ισορροπίες που πρέπει να ακολουθούν όλες τις πολιτικές μας.
Πολλοί Ελληνες δεν πήγαν διακοπές
Κυρία Κεφαλογιάννη, μιλήσατε για «ισχυρό, ανταγωνιστικό, βιώσιμο τουρισμό, που σημαίνει ισχυρή και ανταγωνιστική οικονομία, εισόδημα, θέσεις εργασίας, κοινωνική συνοχή». Κάποιες έρευνες όμως έδειξαν ότι σχεδόν ο ένας στους δύο Έλληνες δεν μπόρεσε εφέτος να κάνει ούτε μία εβδομάδα διακοπές. Πως το σχολιάζετε και κυρίως τι θα μπορούσατε να κάνετε έστω και τώρα;
Αυτά που αναφέρω και περιγράφονται στην ερώτηση σας, είναι τα αποτελέσματα του τουρισμού στην ελληνική οικονομία και φυσικά στην ελληνική κοινωνία. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο τουρισμός ήρθε και λειτούργησε ως ο βασικός μοχλός στήριξης, τόσο στην οικονομική κρίση της δεκαετίας του ’10, όσο και στην περίοδο της πανδημίας. Ορθά όμως επισημαίνετε ότι υπάρχουν πολλοί συμπολίτες μας που δεν μπορούν να πάνε διακοπές. Γι’ αυτό και το υπουργείο έχει ειδικά προγράμματα, όπως είναι το «τουρισμός για όλους», με ισχυρά κοινωνικά χαρακτηριστικά και ενισχυμένα κριτήρια, για να στηριχθούν όσες και όσοι έχουν ανάγκη. Ο τουρισμός έχει με ισχυρή κοινωνική διάσταση, άμεση και έμμεση και αυτήν πρέπει να την αναδεικνύουμε διαρκώς.
Γνωστή αμερικανική ιστοσελίδα-η traveloffpath.com-προέτρεπε τους αναγνώστες της να μην επισκεφτούν την Ελλάδα το καλοκαίρι, «για πέντε λόγους». Ανάμεσά τους ο «υπερ-τουρισμός και οι πολύ υψηλές τιμές».
Ο υπερ – τουρισμός, είναι ένα ευρύτερο ζήτημα που χρειάζεται μεθοδευμένη αντιμετώπιση. Τέτοια φαινόμενα στη χώρα μας δεν είναι ευτυχώς εκτεταμένα, τα συναντάς συγκεκριμένες ημερομηνίες σε συγκεκριμένα μέρη. Για το θέμα της ακρίβειας τώρα, ξέρετε πολύ καλά ότι η Ευρώπη αντιμετωπίζει ένα μεγάλο ζήτημα αύξησης τιμών και πληθωρισμού. Θα προέτρεπα όμως τους επαγγελματίες να μην εκμεταλλευτούν αυτήν τη κατάσταση για να αυξήσουν περαιτέρω τις τιμές τους ή – ακόμα χειρότερα – κάποιοι να βρουν την ευκαιρία για αισχροκέρδεια. Τα κέρδη τους θα είναι πρόσκαιρα και η ζημιά στη φήμη μας ιδιαίτερα μεγάλη.
Επανέρχεται πάντως και η συζήτηση για την ποιότητα των τουριστών που έρχονται στην χώρα μας.
Οι εποχές που οι στόχοι ήταν τα «ρεκόρ και οι αφίξεις» η κουλτούρα δηλαδή ενός μαζικού τουρισμού χωρίς μέτρο και όρια, σταδιακά αλλάζει. Βιωσιμότητα και αειφορία σημαίνει πάνω από όλα μέτρο και ισορροπία.
Ρύθμιση στις βραχυχρόνιες μισθώσεις
Οι βραχυχρόνιες μισθώσεις χρειάζονται ρύθμιση, έχετε πει και μάλιστα αυτό πρέπει να γίνει πολύ σύντομα. Τι σκέφτεστε;
Είναι σαφές ότι οι βραχυχρόνιες μισθώσεις χρειάζονται ρύθμιση διότι έχει πυροδοτήσει μια σειρά προβλημάτων τόσο στα ζητήματα εκμίσθωσης ακινήτων, όσο και σε φαινόμενα που άπτονται στην τήρηση της τουριστικής νομιμότητας, όπως η «παραξενοδοχία». Είναι ένα σύνθετο πρόβλημα, για το οποίο ήδη έχει ξεκινήσει διάλογος με συναρμόδια υπουργεία, ώστε να ρυθμιστεί, με γνώμονα καλές πρακτικές από το εξωτερικό, αλλά και την ανάγκη να επέλθει ισορροπία στη λειτουργία της ελληνικής αγοράς συνολικά. Σύντομα θα έχουμε να πούμε πολλά περισσότερα.
Κυρία υπουργέ, τονίζετε επίσης την ανάγκη ανάπτυξης με όρους βιωσιμότητας και αειφορίας του ελληνικού τουρισμού. Πείτε μας ένα παράδειγμα.
Η διάχυση των επισκεπτών στις 13 περιφέρειες της χώρας με περαιτέρω χρονική επέκταση της τουριστικής περιόδου είναι ένα απτό παράδειγμα βιώσιμης ανάπτυξης. Τι σημαίνει αυτό; Ότι σέβεσαι το μέτρο, τη φέρουσα ικανότητα ενός προορισμού, τη ζωή των κατοίκων. Σχεδιάζεις δηλαδή την ανάπτυξη σου με κανόνες, σκεπτόμενος το σύνολο της τοπικής κοινωνίας, τις αντοχές της, το περιβάλλον, τους φυσικούς πόρους. Αυτός είναι ο δρόμος επιτυχίας για τον ελληνικό τουρισμό.
Κυρία Κεφαλογιάννη, φαίνεται ότι αυτό το καλοκαίρι υπήρχε ηρεμία στο Αιγαίο σε σχέση με τις συνήθεις προκλήσεις από τη γείτονα. Βλέπετε αυτή η ηρεμία και το θετικό κλίμα να κρατάει;
Κάθε αλλαγή στάσης της Τουρκίας, κάθε μετατόπιση της προς τη λογική και τη σταθερότητα είναι καλοδεχούμενη, αρκεί να είναι ειλικρινής. Στην πράξη και όχι όμως στα λόγια θα κριθούν όλα. Η Τουρκία θα πρέπει να αποδεικνύει διαρκώς ότι μπορεί να σταθεί ως ένας καλοπροαίρετος γείτονας. Η Ελλάδα, όπως έχω πει αρκετές φορές, έχει σταθερές πάγιες εθνικές θέσεις για τα ζητήματα που αφορούν τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Και αυτό θα πρέπει να μας κάνει να αισθανόμαστε ισχυροί και με αυτοπεποίθηση».